περισπόρια: Difference between revisions

From LSJ

τὸ μὴ γὰρ εἶναι κρεῖσσον ἢ τὸ ζῆν κακῶς → for it is better not to exist than to live in misery

Source
(6_21)
(32)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''περισπόρια''': τά, ἀμφίβ. λέξ. παρὰ τοῖς Ἑβδ. σημαίνουσα τὰ προάστεια πόλεως.
|lstext='''περισπόρια''': τά, ἀμφίβ. λέξ. παρὰ τοῖς Ἑβδ. σημαίνουσα τὰ προάστεια πόλεως.
}}
{{grml
|mltxt=τὰ, Α [[περισπείρω]]<br />τα προάστια («δοῡναι ἡμῑν πόλεις κατοικεῑν καί τὰ [[περισπόρια]] τοῑς κτήνεσιν ἡμῶν», ΠΔ).
}}
}}

Revision as of 12:16, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περισπόρια Medium diacritics: περισπόρια Low diacritics: περισπόρια Capitals: ΠΕΡΙΣΠΟΡΙΑ
Transliteration A: perispória Transliteration B: perisporia Transliteration C: perisporia Beta Code: perispo/ria

English (LSJ)

τά,

   A suburbs, LXX Jo.21.2, 1 Ch.6.55(40), al.

Greek (Liddell-Scott)

περισπόρια: τά, ἀμφίβ. λέξ. παρὰ τοῖς Ἑβδ. σημαίνουσα τὰ προάστεια πόλεως.

Greek Monolingual

τὰ, Α περισπείρω
τα προάστια («δοῡναι ἡμῑν πόλεις κατοικεῑν καί τὰ περισπόρια τοῑς κτήνεσιν ἡμῶν», ΠΔ).