πικραντικός: Difference between revisions

From LSJ

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source
(6_11)
(32)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πικραντικός''': -ή, -όν, ὁ εἰς πικρίαν διατεθειμένος: ― Ἐπίρρ. πικραντικῶς διατίθεσθαι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 367.
|lstext='''πικραντικός''': -ή, -όν, ὁ εἰς πικρίαν διατεθειμένος: ― Ἐπίρρ. πικραντικῶς διατίθεσθαι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 367.
}}
{{grml
|mltxt=-ή, -όν, Α [[πικραίνω]]<br />αυτός που έχει την [[προδιάθεση]] να πικραίνεται. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>πικραντικῶς</i><br /><b>φρ.</b> «πικραντικῶς διατίθεσθαι» — με την [[προδιάθεση]] να πικραίνεται, να θλίβεται.
}}
}}

Revision as of 12:17, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πικραντικός Medium diacritics: πικραντικός Low diacritics: πικραντικός Capitals: ΠΙΚΡΑΝΤΙΚΟΣ
Transliteration A: pikrantikós Transliteration B: pikrantikos Transliteration C: pikrantikos Beta Code: pikrantiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A disposed to bitterness. Adv. -κῶς, διατίθεσθαι S.E.M.7.367.

German (Pape)

[Seite 614] Bitterkeit erregend, bitter; διατίθεμαι, ἀψινθίου τῇ γεύσει προσαχθέντος, Sext. Emp. adv. log. 1, 367.

Greek (Liddell-Scott)

πικραντικός: -ή, -όν, ὁ εἰς πικρίαν διατεθειμένος: ― Ἐπίρρ. πικραντικῶς διατίθεσθαι Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 367.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α πικραίνω
αυτός που έχει την προδιάθεση να πικραίνεται.
επίρρ...
πικραντικῶς
φρ. «πικραντικῶς διατίθεσθαι» — με την προδιάθεση να πικραίνεται, να θλίβεται.