πλαϊνός: Difference between revisions

From LSJ

Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.

Source
(32)
(No difference)

Revision as of 12:18, 29 September 2017

{{grml |mltxt=και πλαγινός, -ή, -ό, Ν [[πλάι/ πλάγι
1. αυτός που βρίσκεται στο πλάι, ο παράπλευρος, ο διπλανός («η πλαϊνή πόρτα»)
2. (το αρσ. και το θηλ. ως ουδ.) ο πλαϊνός και η πλαϊνή
ο γείτονας, ο ένοικος του διπλανού σπιτιού. }}