πρόβλητος: Difference between revisions

From LSJ

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
(Bailly1_4)
(34)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />jeté au-devant de, livré à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[προβάλλω]].
|btext=ος, ον :<br />jeté au-devant de, livré à, τινι.<br />'''Étymologie:''' [[προβάλλω]].
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[προβάλλω]]<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει ριχθεί έξω («μὴ ριφθῶ κυσὶν [[πρόβλητος]] οἰκνοῑς θ' [[ἕλωρ]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[μέταλλο]]) σφυρηλατημένος, πεπλατυσμένος σε ελάσματα.
}}
}}

Revision as of 12:21, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόβλητος Medium diacritics: πρόβλητος Low diacritics: πρόβλητος Capitals: ΠΡΟΒΛΗΤΟΣ
Transliteration A: próblētos Transliteration B: problētos Transliteration C: provlitos Beta Code: pro/blhtos

English (LSJ)

ον,

   A thrown forth or away, κυσὶν π. cast to the dogs, S.Aj.830.    II spread, beaten out into plates, ἀργύριον prob.l.in LXX Je.10.5(9).

German (Pape)

[Seite 712] vorgeworfen, μὴ ῥιφθῶ κυσὶν πρόβλητος οἰωνοῖς θ' ἕλωρ, Soph. Ai. 817.

Greek (Liddell-Scott)

πρόβλητος: -ον, ὁ ἐρριμμένος ἔξω, Λατ. projectus, κυσὶ πρόβλητος, ἐρριμμένος εἰς τοὺς κύνας, Σοφ. Αἴ. 817.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
jeté au-devant de, livré à, τινι.
Étymologie: προβάλλω.

Greek Monolingual

-ον, Α προβάλλω
(ποιητ. τ.)
1. αυτός που έχει ριχθεί έξω («μὴ ριφθῶ κυσὶν πρόβλητος οἰκνοῑς θ' ἕλωρ», Σοφ.)
2. (για μέταλλο) σφυρηλατημένος, πεπλατυσμένος σε ελάσματα.