προβραχής: Difference between revisions
From LSJ
Ὅτι οὐδὲν ἧττον τὰ αὐτὰ ποιήσουσι, κἂν σὺ διαρραγῇς → You may break your heart, but men will still go on as before
(6_8) |
(34) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προβραχής''': ἐσφ. γραφ. ἀντὶ [[προσβραχής]], ὃ ἴδε. | |lstext='''προβραχής''': ἐσφ. γραφ. ἀντὶ [[προσβραχής]], ὃ ἴδε. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ές, Α<br />[[αβαθής]], [[ρηχός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Εσφ. γρφ. [[αντί]] [[προσβραχής]]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:21, 29 September 2017
English (LSJ)
ές,
A shallow, τὰ π. Plb.1.47.1.
German (Pape)
[Seite 713] ές, od. προβραχύς, ύ, sehr flach, als v. l. für προσβραχής, Strab. 5, 4, 5 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
προβραχής: ἐσφ. γραφ. ἀντὶ προσβραχής, ὃ ἴδε.
Greek Monolingual
-ές, Α
αβαθής, ρηχός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Εσφ. γρφ. αντί προσβραχής].