σηράγγιον: Difference between revisions

From LSJ

Καλῶς ἀκούειν μᾶλλον ἢ πλουτεῖν θέλε → Opulentiae antepone rumorem bonum → Erstrebe anstatt Reichtum lieber guten Ruf

Menander, Monostichoi, 285
(6_22)
(37)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σηράγγιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[σῆραγξ]], [[τόπος]] ἐν Πειραιεῖ [[ἔνθα]] ὑπῆρχε [[βαλανεῖον]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 173, Λυσίας παρ’ Ἁρποκρ., Ἰσαῖ. 59. 30, πρβλ. Bergler εἰς Ἀλκίφρ. 3. 40 ([[ἔνθα]] σηραγγεῖον), Ἡσύχ.
|lstext='''σηράγγιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[σῆραγξ]], [[τόπος]] ἐν Πειραιεῖ [[ἔνθα]] ὑπῆρχε [[βαλανεῖον]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 173, Λυσίας παρ’ Ἁρποκρ., Ἰσαῖ. 59. 30, πρβλ. Bergler εἰς Ἀλκίφρ. 3. 40 ([[ἔνθα]] σηραγγεῖον), Ἡσύχ.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[σῆραγξ]], -<i>αγγος</i>]<br /><b>υποκορ.</b> [[ονομασία]] σπηλαίου στον Πειραιά, όπου υπήρχε βαλανείο.
}}
}}

Revision as of 12:28, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σηράγγιον Medium diacritics: σηράγγιον Low diacritics: σηράγγιον Capitals: ΣΗΡΑΓΓΙΟΝ
Transliteration A: sērángion Transliteration B: sērangion Transliteration C: siraggion Beta Code: shra/ggion

English (LSJ)

τό, Dim. of σῆραγξ, a place in the Piraeus, where was a bath, Ar.Fr.122, Lys.Fr.17 S., Is.6.33, Alciphr.3.43.

German (Pape)

[Seite 876] τό, dim. von σῆραγξ. S. nom. pr.

Greek (Liddell-Scott)

σηράγγιον: τό, ὑποκορ. τοῦ σῆραγξ, τόπος ἐν Πειραιεῖ ἔνθα ὑπῆρχε βαλανεῖον, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 173, Λυσίας παρ’ Ἁρποκρ., Ἰσαῖ. 59. 30, πρβλ. Bergler εἰς Ἀλκίφρ. 3. 40 (ἔνθα σηραγγεῖον), Ἡσύχ.

Greek Monolingual

τὸ, Α σῆραγξ, -αγγος]
υποκορ. ονομασία σπηλαίου στον Πειραιά, όπου υπήρχε βαλανείο.