ὑδράρπαξ: Difference between revisions
From LSJ
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
(6_15) |
(42) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑδράρπαξ''': ὁ, χρονόμετρον δι’ ὕδατος, ὡς τὸ [[κλεψύδρα]], Σιμπλίκ. εἰς Ἀριστ. π. Οὐραν. | |lstext='''ὑδράρπαξ''': ὁ, χρονόμετρον δι’ ὕδατος, ὡς τὸ [[κλεψύδρα]], Σιμπλίκ. εἰς Ἀριστ. π. Οὐραν. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-[[άγος]], ὁ, Α<br />[[είδος]] χρονομέτρου με [[νερό]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>υδρ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[ἅρπαξ]], -<i>αγος</i>]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:51, 29 September 2017
English (LSJ)
ᾰγος, ὁ,
A = κλεψύδρα 1, Simp. in Cael.524.20.
German (Pape)
[Seite 1173] αγος, ὁ, die Wasseruhr, vgl. κλεψύδρα; Sp., wie Simplic. ad Arist. coel. 2 p. 127 b.
Greek (Liddell-Scott)
ὑδράρπαξ: ὁ, χρονόμετρον δι’ ὕδατος, ὡς τὸ κλεψύδρα, Σιμπλίκ. εἰς Ἀριστ. π. Οὐραν.
Greek Monolingual
-άγος, ὁ, Α
είδος χρονομέτρου με νερό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + ἅρπαξ, -αγος].