τεσσαρακοντήρης: Difference between revisions
From LSJ
μὴ ἐν πολλοῖς ὀλίγα λέγε, ἀλλ΄ ἐν ὀλίγοις πολλά → don't say little in many words, but much in a few words (Stobaeus quoting Pythagoras)
(6_7) |
(41) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τεσσᾰρᾰκοντήρης''': -ες, ἐπὶ [[νεώς]], ἡ ἔχουσα [[τεσσαράκοντα]] κώπας, ἢ καθίσματα τῶν ἐρετῶν, Καλλίξ. παρ’ Ἀθην. 203Ε, Πλουτ. Δημήτρ. 42· ― ἴδε ἐν λ. [[τριήρης]]. | |lstext='''τεσσᾰρᾰκοντήρης''': -ες, ἐπὶ [[νεώς]], ἡ ἔχουσα [[τεσσαράκοντα]] κώπας, ἢ καθίσματα τῶν ἐρετῶν, Καλλίξ. παρ’ Ἀθην. 203Ε, Πλουτ. Δημήτρ. 42· ― ἴδε ἐν λ. [[τριήρης]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-ες, Α<br />(για [[πλοίο]]) αυτός που έχει [[σαράντα]] [[κουπιά]] ή [[σαράντα]] καθίσματα κωπηλατών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τεσσαράκοντα]] <span style="color: red;">+</span> -[[ήρης]] (ΙΙ) (<b>πρβλ.</b> <i>πεντ</i>-[[ήρης]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:54, 29 September 2017
English (LSJ)
ες, perh.
A with forty rowers to each group of four oars, Callix.1, Plu.Demetr.43.
German (Pape)
[Seite 1095] ες, vierzigruderig; Ath. V, 203 e; Plut. Demetr. 43.
Greek (Liddell-Scott)
τεσσᾰρᾰκοντήρης: -ες, ἐπὶ νεώς, ἡ ἔχουσα τεσσαράκοντα κώπας, ἢ καθίσματα τῶν ἐρετῶν, Καλλίξ. παρ’ Ἀθην. 203Ε, Πλουτ. Δημήτρ. 42· ― ἴδε ἐν λ. τριήρης.
Greek Monolingual
-ες, Α
(για πλοίο) αυτός που έχει σαράντα κουπιά ή σαράντα καθίσματα κωπηλατών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαράκοντα + -ήρης (ΙΙ) (πρβλ. πεντ-ήρης)].