τετρωβολίζω: Difference between revisions
From LSJ
Καλὸν τὸ νικᾶν ἀλλ' ὑπερνικᾶν κακόν → Vincere bonum est: ultra fas vincere lubricum → Schön ist zu siegen, übermäßig siegen schlecht
(6_2) |
(41) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τετρωβολίζω''': [[λαμβάνω]] τετρώβολον, τέσσαρας ὀβολούς, δηλ. ὑπηρετῶ ὡς [[στρατιώτης]] (ἴδε τετρώβολον), Θεόπομπ. Κωμικ. ἐν «Στρατιώτισιν» 2. | |lstext='''τετρωβολίζω''': [[λαμβάνω]] τετρώβολον, τέσσαρας ὀβολούς, δηλ. ὑπηρετῶ ὡς [[στρατιώτης]] (ἴδε τετρώβολον), Θεόπομπ. Κωμικ. ἐν «Στρατιώτισιν» 2. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=Α [[τετρώβολος]]<br /><b>1.</b> [[λαμβάνω]] [[ποσό]] τεσσάρων οβολών<br /><b>2.</b> [[υπηρετώ]] ως [[στρατιώτης]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:57, 29 September 2017
English (LSJ)
A receive four obols, i. e. to be a soldier (v. sq. 11), Theopomp.Com.55.
German (Pape)
[Seite 1100] vier Obolen bekommen, Theopomp. bei Poll. 9, 64.
Greek (Liddell-Scott)
τετρωβολίζω: λαμβάνω τετρώβολον, τέσσαρας ὀβολούς, δηλ. ὑπηρετῶ ὡς στρατιώτης (ἴδε τετρώβολον), Θεόπομπ. Κωμικ. ἐν «Στρατιώτισιν» 2.
Greek Monolingual
Α τετρώβολος
1. λαμβάνω ποσό τεσσάρων οβολών
2. υπηρετώ ως στρατιώτης.