τοποτηρώ: Difference between revisions

From LSJ

τέχνη δὲ ἄνευ ἀλκῆς οὐδὲν ὠφελεῖ (Thucydides 2.87.4.6) → η τέχνη απαιτεί κουράγιο, skill without heart is useless

Source
(41)
(No difference)

Revision as of 12:57, 29 September 2017

Greek Monolingual

-έω, ΜΑ
είμαι τοποτηρητής, εκτελώ καθήκοντα τοποτηρητή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τόπος + τηρῶ (πρβλ. καιρο-τηρώ)].