αρμυρός: Difference between revisions

From LSJ

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source
(6)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο<br />ο [[αλμυρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλμυρός]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου σε -<i>ρ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[άλμη]] &GT; [[άρμη]], [[ελπίδα]] &GT; <i>ερπίδα</i>, [[αδελφός]], &GT; <i>αδερφός</i>)].
|mltxt=ο<br />ο [[αλμυρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[αλμυρός]], με φωνητική [[τροπή]] του -<i>λ</i>- προ συμφώνου σε -<i>ρ</i>- (πρβλ. [[άλμη]] &GT; [[άρμη]], [[ελπίδα]] &GT; <i>ερπίδα</i>, [[αδελφός]], &GT; <i>αδερφός</i>)].
}}
}}

Revision as of 11:01, 23 December 2018

Greek Monolingual

ο
ο αλμυρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αλμυρός, με φωνητική τροπή του -λ- προ συμφώνου σε -ρ- (πρβλ. άλμη > άρμη, ελπίδα > ερπίδα, αδελφός, > αδερφός)].