ἀλάθεια: Difference between revisions

From LSJ

Δειναὶ γὰρ αἱ γυναῖκες εὑρίσκειν τέχνας → Multum struendas mulier ad fraudes valet → Intrigen zu ersinnen ist die Frau geschickt

Menander, Monostichoi, 130
(big3_2)
(2)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=dór. v. [[ἀλήθεια]].
|dgtxt=dór. v. [[ἀλήθεια]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀλάθεια:''' ἀλᾱθής, Δωρ. αντί <i>ἀλήθ-</i>.
}}
}}

Revision as of 17:40, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλάθεια Medium diacritics: ἀλάθεια Low diacritics: αλάθεια Capitals: ΑΛΑΘΕΙΑ
Transliteration A: alátheia Transliteration B: alatheia Transliteration C: alatheia Beta Code: a)la/qeia

English (LSJ)

ἀλᾱθής, Dor. for ἀλήθ-.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλάθεια: ἀλᾱθής, Δωρ. ἀντὶ ἀλήθεια, ἀληθής.

French (Bailly abrégé)

dor. c. ἀλήθεια.

English (Slater)

ᾰλᾱθεια (-ει(α), -είας, -είᾳ, -ειαν, -εια)
   1 truth
   a τελεύταθεν δὲ λόγων κορυφαὶ ἐν ἀλαθείᾳ πετοῖσαι (O. 7.69) Οὐλυμπία, δέσποιν' ἀλαθείας (O. 8.2) ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον χρόνος (O. 10.54) εἰ δὲ νόῳ τις ἐχει θνατῶν ἀλαθείας ὁδόν (P. 3.103) οὔ τοι ἅπασα κερδίων φαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκής (v. l. ἀτρεκές.) (N. 5.17) εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (N. 7.25) φυλάξαι ῥῆμ' ἀλαθείας λτ;γτ; ἄγχιστα βαῖνον, χρήματα χρήματ ἀνήρ” (ἐτᾶς supp. Bergk: ὁδῶν Hermann.) (I. 2.10)
   b pro pers. θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός (O. 10.4) ἀρχὰ μεγάλας ἀρετᾶς, ὤνασσ' Ἀλάθεια fr. 205.

Spanish (DGE)

dór. v. ἀλήθεια.

Greek Monotonic

ἀλάθεια: ἀλᾱθής, Δωρ. αντί ἀλήθ-.