γραπτέον: Difference between revisions
Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each
(big3_10) |
(3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=[[hay que escribir]] ὅπως ... [[δεῖ]] πωλεύειν δοκεῖ ἡμῖν γ. X.<i>Eq</i>.2.1, περὶ φυλάκων ... τὰ πολλὰ ἐν τῇ ... βίβλῳ Aen.Tact.21.2, Βῆσσαν ἐν τοῖς δυσὶ γ. σῖγμα Str.9.4.5, cf. Gal.15.720, Sch.S.<i>OC</i> 681P.<br /><b class="num">•</b>abs. οὐ γὰρ διστάζομεν πῶς γ. Arist.<i>EN</i> 1112<sup>b</sup>2. | |dgtxt=[[hay que escribir]] ὅπως ... [[δεῖ]] πωλεύειν δοκεῖ ἡμῖν γ. X.<i>Eq</i>.2.1, περὶ φυλάκων ... τὰ πολλὰ ἐν τῇ ... βίβλῳ Aen.Tact.21.2, Βῆσσαν ἐν τοῖς δυσὶ γ. σῖγμα Str.9.4.5, cf. Gal.15.720, Sch.S.<i>OC</i> 681P.<br /><b class="num">•</b>abs. οὐ γὰρ διστάζομεν πῶς γ. Arist.<i>EN</i> 1112<sup>b</sup>2. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''γραπτέον:'''<b class="num">1.</b> ρημ. επίθ. του [[γράφω]], [[κάτι]] που πρέπει να (περι)γραφεί, πρέπει [[κάποιος]] να περιγράψει [[κάτι]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[γραπτέος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i>, αυτός τον οποίον πρέπει να (περι)γράψει [[κάποιος]], σε Λουκ. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:32, 30 December 2018
English (LSJ)
A one must write or describe, ὅπως . . X.Eq.2.1; one must write, spell, Str.9.4.5, Gal.15.720. 2 γραπτέος, α, ον, to be written, described, Pl.Ep.341d, Luc.Im.17.
Greek (Liddell-Scott)
γραπτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ γράψῃ ἢ περιγράψῃ, ὅπως , Ξεν. Ἱππ. 2. 11. 2) γραπτέος, α, ον, ὃν πρέπει νὰ γράψῃ ἢ περιγράψῃ τις, Λουκ. Εἰκ. 17.
Spanish (DGE)
hay que escribir ὅπως ... δεῖ πωλεύειν δοκεῖ ἡμῖν γ. X.Eq.2.1, περὶ φυλάκων ... τὰ πολλὰ ἐν τῇ ... βίβλῳ Aen.Tact.21.2, Βῆσσαν ἐν τοῖς δυσὶ γ. σῖγμα Str.9.4.5, cf. Gal.15.720, Sch.S.OC 681P.
•abs. οὐ γὰρ διστάζομεν πῶς γ. Arist.EN 1112b2.
Greek Monotonic
γραπτέον:1. ρημ. επίθ. του γράφω, κάτι που πρέπει να (περι)γραφεί, πρέπει κάποιος να περιγράψει κάτι, σε Ξεν.
2. γραπτέος, -α, -ον, αυτός τον οποίον πρέπει να (περι)γράψει κάποιος, σε Λουκ.