Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

στυράκιον: Difference between revisions

From LSJ

Νέµουσι δ' οἴκους καὶ τὰ ναυστολούµενα ἔσω δόµων σῴζουσιν, οὐδ' ἐρηµίᾳ γυναικὸς οἶκος εὐπινὴς οὐδ' ὄλβιος → They manage households, and save what is brought by sea within the home, and no house deprived of a woman can be tidy and prosperous

Euripides, Melanippe Captiva, Fragment 6.11
(39)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />τὸ, Α [[στύραξ]], -<i>ακος</i> (Ι)]<br />υποκορ. του [[στύραξ]] (Ι).———————— <b>(II)</b><br />τὸ, Α [[στύραξ]], -<i>ακος</i> (II)]<br />υποκορ. του [[στύραξ]] (II).
|mltxt=<b>(I)</b><br />τὸ, Α [[στύραξ]], -<i>ακος</i> (Ι)]<br />υποκορ. του [[στύραξ]] (Ι).———————— <b>(II)</b><br />τὸ, Α [[στύραξ]], -<i>ακος</i> (II)]<br />υποκορ. του [[στύραξ]] (II).
}}
{{lsm
|lsmtext='''στῠράκιον:''' [ᾰ], τό, υποκορ. του [[στύραξ]] (Β), <i>ἀκοντίου</i>, σε Θουκ.
}}
}}

Revision as of 21:00, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στῠρᾰκιον Medium diacritics: στυράκιον Low diacritics: στυράκιον Capitals: ΣΤΥΡΑΚΙΟΝ
Transliteration A: styrákion Transliteration B: styrakion Transliteration C: styrakion Beta Code: stura/kion

English (LSJ)

τό, Dim. of στύραξ (B),

   A ἀκοντίου Th.2.4, Aen.Tact.18.10, prob. cj. in Luc.Tox. 55.    II Dim. of στύραξ (A)1, POxy.1142.5.

German (Pape)

[Seite 959] τό, dim. von στύραξ, ἀκοντίου, Thuc. 2, 4.

Greek (Liddell-Scott)

στῠράκιον: [ᾰ], τό, ὑποκορ. τοῦ στύραξ (Β), ἀκοντίου Θουκ. 2. 4.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
dim. de στύραξ.

Greek Monolingual

(I)
τὸ, Α στύραξ, -ακος (Ι)]
υποκορ. του στύραξ (Ι).———————— (II)
τὸ, Α στύραξ, -ακος (II)]
υποκορ. του στύραξ (II).

Greek Monolingual

(I)
τὸ, Α στύραξ, -ακος (Ι)]
υποκορ. του στύραξ (Ι).———————— (II)
τὸ, Α στύραξ, -ακος (II)]
υποκορ. του στύραξ (II).

Greek Monotonic

στῠράκιον: [ᾰ], τό, υποκορ. του στύραξ (Β), ἀκοντίου, σε Θουκ.