λογίδιον: Difference between revisions
From LSJ
Πάντ' ἀνακαλύπτων ὁ χρόνος πρὸς φῶς φέρει → Omnia revelans tempus in lucem eruit → Die Zeit deckt alles auf und bringt es an den Tag
(23) |
(5) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[λογίδιον]], τὸ (Α) [[λόγος]]<br />(υποκορ. του [[λόγος]]) [[μικρός]] [[λόγος]], [[μικρός]] [[μύθος]] ή [[διήγηση]]. | |mltxt=[[λογίδιον]], τὸ (Α) [[λόγος]]<br />(υποκορ. του [[λόγος]]) [[μικρός]] [[λόγος]], [[μικρός]] [[μύθος]] ή [[διήγηση]]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''λογίδιον:''' τό, υποκορ. του [[λόγος]], [[μικρός]] [[μύθος]] ή μικρή, περιληπτική [[διήγηση]], σε Αριστοφ. | |||
}} | }} |
Revision as of 21:04, 30 December 2018
English (LSJ)
τό, Dim. of λόγος, Isoc.13.20, Pl.Erx. 401e. 2 little fable or story, Ar.V.64.
Greek (Liddell-Scott)
λογίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ λόγος, Ἰσοκρ. 295Β, Πλάτ. Ἐρυξίας, 401Ε. 2) μικρὸς μῦθος ἢ διήγησις, Ἀριστοφ. Σφ. 64.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
petit discours, petit entretien.
Étymologie: dim. de λόγος.
Greek Monolingual
λογίδιον, τὸ (Α) λόγος
(υποκορ. του λόγος) μικρός λόγος, μικρός μύθος ή διήγηση.
Greek Monotonic
λογίδιον: τό, υποκορ. του λόγος, μικρός μύθος ή μικρή, περιληπτική διήγηση, σε Αριστοφ.