ἀσυμπαγής: Difference between revisions

From LSJ

ἀντὶ λέοντος πίθηκον γίγνεσθαιbecome a monkey instead of a lion

Source
(6)
(3)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (Α [[ἀσυμπαγής]], -ές)<br />ο μη [[συμπαγής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[συμπαγής]] <span style="color: red;"><</span> [[συμπήγνυμι]], -<i>ύω</i>].
|mltxt=-ές (Α [[ἀσυμπαγής]], -ές)<br />ο μη [[συμπαγής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>α</i>- <b>στερ.</b> <span style="color: red;">+</span> [[συμπαγής]] <span style="color: red;"><</span> [[συμπήγνυμι]], -<i>ύω</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ἀσυμπᾰγής:''' -ές ([[συμπήγνυμι]]), αυτός που δεν είναι [[συμπαγής]], [[πυκνός]], [[σφιχτός]], σε Λουκ.
}}
}}

Revision as of 21:07, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀσυμπᾰγής Medium diacritics: ἀσυμπαγής Low diacritics: ασυμπαγής Capitals: ΑΣΥΜΠΑΓΗΣ
Transliteration A: asympagḗs Transliteration B: asympagēs Transliteration C: asympagis Beta Code: a)sumpagh/s

English (LSJ)

ές,

   A not compact, Luc.Anach.24.

German (Pape)

[Seite 380] ές, nicht zusammengefügt, dah. nicht derb, neben ἁπαλός Luc. Gymn. 24.

Greek (Liddell-Scott)

ἀσυμπᾰγής: -ές, οὐχὶ συμπαγής, Λουκ. Γυμν. 24.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
non compacte, lâche.
Étymologie: ἀ, συμπήγνυμι.

Spanish (DGE)

-ές
no compacto o mal compactado τὰ (γυναικεῖα σώματα) δὲ ἔκλυτα καὶ ἀσυμπαγῆ Luc.Abd.28, cf. Anach.24.

Greek Monolingual

-ές (Α ἀσυμπαγής, -ές)
ο μη συμπαγής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < α- στερ. + συμπαγής < συμπήγνυμι, -ύω].

Greek Monotonic

ἀσυμπᾰγής: -ές (συμπήγνυμι), αυτός που δεν είναι συμπαγής, πυκνός, σφιχτός, σε Λουκ.