κτενισμός: Difference between revisions

From LSJ

Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit

Menander, Monostichoi, 479
(22)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κτενισμός]], ὁ (Α) [[κτενίζω]]<br />το [[χτένισμα]], η [[κόμμωση]].
|mltxt=[[κτενισμός]], ὁ (Α) [[κτενίζω]]<br />το [[χτένισμα]], η [[κόμμωση]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''κτενισμός:''' ὁ, [[χτένισμα]], σε Ευρ.
}}
}}

Revision as of 23:56, 30 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κτενισμός Medium diacritics: κτενισμός Low diacritics: κτενισμός Capitals: ΚΤΕΝΙΣΜΟΣ
Transliteration A: ktenismós Transliteration B: ktenismos Transliteration C: ktenismos Beta Code: ktenismo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A combing, E.El.529 (pl.), Diocl.Fr. 141.

German (Pape)

[Seite 1518] ὁ, das Kämmen, Eur. El. 524 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

κτενισμός: ὁ, τὸ κτένισμα, Εὐρ. Ἠλ. 529· ― κτένισμα, τό, Εὐστ. Πονημάτ. 122. 45.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
action de peigner.
Étymologie: κτενίζω.

Greek Monolingual

κτενισμός, ὁ (Α) κτενίζω
το χτένισμα, η κόμμωση.

Greek Monotonic

κτενισμός: ὁ, χτένισμα, σε Ευρ.