περιδινής: Difference between revisions

From LSJ

ὑποκατακλίνομαι τοῦ εὶς πλέον ἐναντιοῦσθαι → desist from further opposition;

Source
(32)
(5)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />[[κυκλικός]] («περιδινέα κύρτον», <b>Ανθ. Παλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>δίνης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]), <b>πρβλ.</b> <i>ευ</i>-<i>δινής</i>].
|mltxt=-ές, Α<br />[[κυκλικός]] («περιδινέα κύρτον», <b>Ανθ. Παλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>περι</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>δίνης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[δίνη]]), <b>πρβλ.</b> <i>ευ</i>-<i>δινής</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''περιδῑνής:''' -ές, αυτός που περιστρέφεται [[ολόγυρα]], σε Ανθ.
}}
}}

Revision as of 01:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περιδῑνής Medium diacritics: περιδινής Low diacritics: περιδινής Capitals: ΠΕΡΙΔΙΝΗΣ
Transliteration A: peridinḗs Transliteration B: peridinēs Transliteration C: peridinis Beta Code: peridinh/s

English (LSJ)

ές,

   A circular, κύρτος AP6.23.

German (Pape)

[Seite 573] ές, im Kreise herumgedreht, κύρτος, Ep. ad. 128 (VI, 23).

Greek (Liddell-Scott)

περιδῑνής: -ές, ὁ περιδινούμενος, κυκλοτερής, περιδινὴς κύρτος Ἀνθ. Π. 6. 23.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
tournoyant.
Étymologie: περιδινέω.

Greek Monolingual

-ές, Α
κυκλικός («περιδινέα κύρτον», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + δίνης (< δίνη), πρβλ. ευ-δινής].

Greek Monotonic

περιδῑνής: -ές, αυτός που περιστρέφεται ολόγυρα, σε Ανθ.