πρόβλητος: Difference between revisions

From LSJ

Δυσαμένη δὲ κάρηνα βαθυκνήμιδος ἐρίπνης / Δελφικὸν ἄντρον ἔναιε φόβῳ λυσσώδεος Ἰνοῦς (Nonnus, Dionysiaca 9.273f.) → Having descended from the top of a deep-greaved cliff, she dwelt in a cave in Delphi, because of her fear of raving/raging Ino.

Source
(34)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α [[προβάλλω]]<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει ριχθεί έξω («μὴ ριφθῶ κυσὶν [[πρόβλητος]] οἰκνοῑς θ' [[ἕλωρ]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[μέταλλο]]) σφυρηλατημένος, πεπλατυσμένος σε ελάσματα.
|mltxt=-ον, Α [[προβάλλω]]<br />(<b>ποιητ. τ.</b>)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει ριχθεί έξω («μὴ ριφθῶ κυσὶν [[πρόβλητος]] οἰκνοῑς θ' [[ἕλωρ]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[μέταλλο]]) σφυρηλατημένος, πεπλατυσμένος σε ελάσματα.
}}
{{lsm
|lsmtext='''πρόβλητος:''' -ον ([[προβάλλω]]), ριγμένος έξω, πεταμένος [[μακριά]], Λατ. [[projectus]], σε Σοφ.
}}
}}

Revision as of 01:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόβλητος Medium diacritics: πρόβλητος Low diacritics: πρόβλητος Capitals: ΠΡΟΒΛΗΤΟΣ
Transliteration A: próblētos Transliteration B: problētos Transliteration C: provlitos Beta Code: pro/blhtos

English (LSJ)

ον,

   A thrown forth or away, κυσὶν π. cast to the dogs, S.Aj.830.    II spread, beaten out into plates, ἀργύριον prob.l.in LXX Je.10.5(9).

German (Pape)

[Seite 712] vorgeworfen, μὴ ῥιφθῶ κυσὶν πρόβλητος οἰωνοῖς θ' ἕλωρ, Soph. Ai. 817.

Greek (Liddell-Scott)

πρόβλητος: -ον, ὁ ἐρριμμένος ἔξω, Λατ. projectus, κυσὶ πρόβλητος, ἐρριμμένος εἰς τοὺς κύνας, Σοφ. Αἴ. 817.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
jeté au-devant de, livré à, τινι.
Étymologie: προβάλλω.

Greek Monolingual

-ον, Α προβάλλω
(ποιητ. τ.)
1. αυτός που έχει ριχθεί έξω («μὴ ριφθῶ κυσὶν πρόβλητος οἰκνοῑς θ' ἕλωρ», Σοφ.)
2. (για μέταλλο) σφυρηλατημένος, πεπλατυσμένος σε ελάσματα.

Greek Monotonic

πρόβλητος: -ον (προβάλλω), ριγμένος έξω, πεταμένος μακριά, Λατ. projectus, σε Σοφ.