σιδηρόνωτος: Difference between revisions

From LSJ

Ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → Sile, melius vel loquere silentio → Was besser ist als Schweigen, sage oder schweig

Menander, Monostichoi, 208
(37)
(6)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει σιδερένια [[νώτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>νωτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νῶτον]]), <b>πρβλ.</b> <i>χαλκό</i>-<i>νωτος</i>].
|mltxt=-ον, Α<br />αυτός που έχει σιδερένια [[νώτα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>σιδηρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>νωτος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[νῶτον]]), <b>πρβλ.</b> <i>χαλκό</i>-<i>νωτος</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''σῐδηρόνωτος:''' -ον, αυτός που έχει σιδερένια [[νώτα]] ([[ασπίδα]]), σε Ευρ.
}}
}}

Revision as of 01:40, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῐδηρόνωτος Medium diacritics: σιδηρόνωτος Low diacritics: σιδηρόνωτος Capitals: ΣΙΔΗΡΟΝΩΤΟΣ
Transliteration A: sidērónōtos Transliteration B: sidēronōtos Transliteration C: sidironotos Beta Code: sidhro/nwtos

English (LSJ)

ον,

   A iron-backed, ἀσπίδος τύποι E.Ph. 1130.

German (Pape)

[Seite 879] mit eisernem Rücken, ἀσπίδος τύποι, Eur. Phoen. 1137.

Greek (Liddell-Scott)

σῐδηρόνωτος: -ον, ὁ ἔχων σιδηρᾶ νῶτα, ἀσπίδος τύποι Εὐρ. Φοίν. 1130.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
au dos de fer.
Étymologie: σίδηρος, νῶτος.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει σιδερένια νώτα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο- + -νωτος (< νῶτον), πρβλ. χαλκό-νωτος].

Greek Monotonic

σῐδηρόνωτος: -ον, αυτός που έχει σιδερένια νώτα (ασπίδα), σε Ευρ.