τέων: Difference between revisions

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259
(41)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> (ιων. γεν. πληθ. της ερωτημ. αντων.) <b>βλ.</b> <i>τίς</i><br /><b>2.</b> (επικ. γεν. πληθ. της αναφ. αντων.) <b>βλ.</b> <i>ὅς</i>.
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> (ιων. γεν. πληθ. της ερωτημ. αντων.) <b>βλ.</b> <i>τίς</i><br /><b>2.</b> (επικ. γεν. πληθ. της αναφ. αντων.) <b>βλ.</b> <i>ὅς</i>.
}}
{{lsm
|lsmtext='''τέων:''' ·<br /><b class="num">I.</b> Ιων. αντί <i>τίνων;</i> γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ.
}}
}}

Revision as of 02:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέων Medium diacritics: τέων Low diacritics: τέων Capitals: ΤΕΩΝ
Transliteration A: téōn Transliteration B: teōn Transliteration C: teon Beta Code: te/wn

English (LSJ)

Ion. gen. pl. of τίς;

   A who?, and τεων, of τις, any one, v. τίς, τις.    II τέων, gen. pl. of ὅς, Nic.Al.2.

German (Pape)

[Seite 1104] ep. = τῶν od. ὧν, Nic. Al. 2. ion. = τίνων, Hom., s. τίς.

Greek (Liddell-Scott)

τέων: Ἰων. γενικ. πληθ. τοῦ τίς; καὶ ἀναγνωστέον ὡς μονοσύλλαβον ἐν Ὀδ. Ζ. 119, Ν. 200. 2) γεν. πληθ. τοῦ τις, Ἡρόδ. 5. 57. ΙΙ. Ἐπικ. γεν. πληθ. τοῦ ὅς, Νικ. Ἀλεξιφ. 2.

French (Bailly abrégé)

1ion. c. τίνων, gén. pl. de τίς interr.
ion. c. τινῶν, gén. pl. de τις indéf.

English (Autenrieth)

see τίς.

Greek Monolingual

Α
1. (ιων. γεν. πληθ. της ερωτημ. αντων.) βλ. τίς
2. (επικ. γεν. πληθ. της αναφ. αντων.) βλ. ὅς.

Greek Monotonic

τέων: ·
I. Ιων. αντί τίνων; γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ.