τέων

From LSJ

Κατηγορεῖν οὐκ ἔστι καὶ κρίνειν ὁμοῦ → Iudex et accusator esse idem nequit → Wer anklagt, darf nicht auch noch Richter sein zugleich

Menander, Monostichoi, 287
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέων Medium diacritics: τέων Low diacritics: τέων Capitals: ΤΕΩΝ
Transliteration A: téōn Transliteration B: teōn Transliteration C: teon Beta Code: te/wn

English (LSJ)

Ion. gen. pl. of τίς;
A who?, and τεων, of τις, any one, v. τίς, τις.
II τέων, gen. pl. of ὅς, Nic.Al.2.

German (Pape)

[Seite 1104] ep. = τῶν od. ὧν, Nic. Al. 2. ion. = τίνων, Hom., s. τίς.

French (Bailly abrégé)

1ion. c. τίνων, gén. pl. de τίς interr.
ion. c. τινῶν, gén. pl. de τις indéf.

Russian (Dvoretsky)

τέων:
I ион. (= τίνων) gen. pl. к τίς.
II ион. (= τινῶν) gen. pl. к τὶς.

Greek (Liddell-Scott)

τέων: Ἰων. γενικ. πληθ. τοῦ τίς; καὶ ἀναγνωστέον ὡς μονοσύλλαβον ἐν Ὀδ. Ζ. 119, Ν. 200. 2) γεν. πληθ. τοῦ τις, Ἡρόδ. 5. 57. ΙΙ. Ἐπικ. γεν. πληθ. τοῦ ὅς, Νικ. Ἀλεξιφ. 2.

English (Autenrieth)

see τίς.

Greek Monolingual

Α
1. (ιων. γεν. πληθ. της ερωτημ. αντων.) βλ. τίς
2. (επικ. γεν. πληθ. της αναφ. αντων.) βλ. ὅς.

Greek Monotonic

τέων: ·
I. Ιων. αντί τίνων; γεν. πληθ. του τίς; ποιων; σε Ομήρ. Οδ. ΙI. του τις, οποιωνδήποτε, σε Ηρόδ.