φορτηγία: Difference between revisions
From LSJ
Θεράπευε τὸν δυνάμενον, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς (αἰεί σ' ὠφελεῖν) → Si mens est tibi, coles potentes qui sient → Dem Mächtigen sei zu Willen, bist du bei Verstand (Sei immer dem zu Willen, der dir nützen kann)
(45) |
(6) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἡ, Α [[φορτηγός]]<br />[[μεταφορά]] φορτίων με πλοία. | |mltxt=ἡ, Α [[φορτηγός]]<br />[[μεταφορά]] φορτίων με πλοία. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''φορτηγία:''' ἡ, [[μεταφορά]] φορτίων, [[μεταφορά]] εμπορευμάτων, σε Αριστ. | |||
}} | }} |
Revision as of 02:28, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A conveyance of cargo, opp. ναυκληρία and παράστασις, Arist.Pol.1258b23.
German (Pape)
[Seite 1301] ἡ, 1) das Lasttragen. – 2) der Handel auf Lastschiffen, Arist. pol. 1, 11.
Greek (Liddell-Scott)
φορτηγία: ἡ, τὸ φέρειν ἢ μεταφέρειν φορτία ἐμπορεύεσθαι, ἀντίθετον τῷ ναυκληρία, Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 11, 3.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
transport de marchandises par mer.
Étymologie: φορτηγός.
Greek Monolingual
ἡ, Α φορτηγός
μεταφορά φορτίων με πλοία.
Greek Monotonic
φορτηγία: ἡ, μεταφορά φορτίων, μεταφορά εμπορευμάτων, σε Αριστ.