ἀνδροθνής: Difference between revisions
From LSJ
καὶ λέγων ὅτι Πεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ· μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ → declaring “The time has been accomplished and the kingdom of God is near: start repenting and believing in the gospel!” (Μark 1:15)
(3) |
(1) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀνδροθνής:''' -ῆτος, ὁ, ἡ ([[ἀνήρ]], [[θνήσκω]]), [[φονικός]], σε Αισχύλ. | |lsmtext='''ἀνδροθνής:''' -ῆτος, ὁ, ἡ ([[ἀνήρ]], [[θνήσκω]]), [[φονικός]], σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀνδροθνής:''' ῆτος adj. Aesch. = [[ἀνδροδάϊκτος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:20, 31 December 2018
English (LSJ)
ῆτος, ὁ, ἡ,
A murderous, φθοραί A.Ag.814.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνδροθνής: ῆτος, ὁ, ἡ, (θνήσκω) φονικός, ἀνδροθνῆτας Ἰλίου φθορὰς (κατὰ Βλωμφίλδ. ἀνδροκμῆτας) Αἰσχύλ. Ἀγ. 814.
French (Bailly abrégé)
ῆτος (ὁ, ἡ)
c. ἀνδροδάϊκτος.
Étymologie: ἀνήρ, θνῄσκω.
Spanish (DGE)
-ῆτος homicida ψῆφοι A.A.814.
Greek Monolingual
ἀνδροθνής, ο, η (Α)
φονικός, ολέθριος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + -θνής, από θ. θνᾶ- του θνήσκω.
Greek Monotonic
ἀνδροθνής: -ῆτος, ὁ, ἡ (ἀνήρ, θνήσκω), φονικός, σε Αισχύλ.
Russian (Dvoretsky)
ἀνδροθνής: ῆτος adj. Aesch. = ἀνδροδάϊκτος.