τεταρτημόριον: Difference between revisions
οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good
(6) |
(4b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τεταρτημόριον:''' τό, το [[τέταρτο]] [[μέρος]], [[τετράπλευρο]], σε Ηρόδ. | |lsmtext='''τεταρτημόριον:''' τό, το [[τέταρτο]] [[μέρος]], [[τετράπλευρο]], σε Ηρόδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τεταρτημόριον:''' τό<b class="num">1)</b> четверть (τοῦ μισθώματος Her.);<br /><b class="num">2)</b> четверть обола Arst.;<br /><b class="num">3)</b> (лат. [[quadrans]]) четверть асса Plut. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:52, 31 December 2018
English (LSJ)
τό,
A fourth part, Hdt.2.180; esp. of an obolus, Arist.Pol.1323a31 ( = Lat. quadrans, Plu.Publ.23); 1/4 of a κοτύλη, Hp.Int.26. 2 in Music, quarter-tone, Cleonid.Harm.7, etc.; τεταρτημορίων διέσεων Euc.Sect.Can.p.202H. II quadrant, Ptol.Tetr.33, Paul.Al.D.2. (Cf. ταρτημόριον.)
German (Pape)
[Seite 1096] τό, der vierte Theil, Her. 2, 180; bes. eines Obols, quadrans, Arist. pol. 7, 1. Vgl. Plut. Popl. 23.
Greek (Liddell-Scott)
τεταρτημόριον: τό, τὸ τέταρτον μέρος, Ἡρόδ. 2. 180· μάλιστα τὸ τέταρτον ὀβολοῦ, Λατιν. quanitans, Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 1, 4· οὕτω τεταρτημορίς, ίδος, ἡ, Συλλ. Ἐπιγρ. 2656. 14. 2) ἐν τῇ μουσικῇ, τὸ τέταρτον τόνου, Chappell Anc. Mus. σ. 205, πρβλ. δίεσις ΙΙΙ. ΙΙ. τέταρτον κύκλου, τεταρτοκύκλιον, Εὐκλ.
Greek Monotonic
τεταρτημόριον: τό, το τέταρτο μέρος, τετράπλευρο, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
τεταρτημόριον: τό1) четверть (τοῦ μισθώματος Her.);
2) четверть обола Arst.;
3) (лат. quadrans) четверть асса Plut.