τρίβραχυς: Difference between revisions

From LSJ

αὔριον ὔμμε‎ πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας‎ → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake

Source
(41)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-υ, ΝΑ<br />(για μετρικό [[πόδα]]) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[τρίβραχυς]]<br />ο [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βραχύς]].
|mltxt=-υ, ΝΑ<br />(για μετρικό [[πόδα]]) αυτός που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το αρσ. ως ουσ.</b> <i>ο [[τρίβραχυς]]<br />ο [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[τρεις]] βραχείες συλλαβές.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> [[βραχύς]].
}}
{{elru
|elrutext='''τρίβρᾰχυς:''' εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪).
}}
}}

Revision as of 08:24, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρίβρᾰχυς Medium diacritics: τρίβραχυς Low diacritics: τρίβραχυς Capitals: ΤΡΙΒΡΑΧΥΣ
Transliteration A: tríbrachys Transliteration B: tribrachys Transliteration C: trivrachys Beta Code: tri/braxus

English (LSJ)

υ,

   A consisting of three short syllables, Heph.3.2, al., Choerob. in Theod.1.232 H.; in full, τ. πούς interpol. in D.H.Comp. 17.

German (Pape)

[Seite 1140] ὁ, ein aus drei kurzen Sylben bestehender Versfuß ( ñ ñ ñ), Gramm.

Greek (Liddell-Scott)

τρίβρᾰχῠς: υ, ὁ ἐκ τριῶν βραχειῶν συλλαβῶν συνιστάμενος, Ἀρκάδ. 40, 19 (ἕτεροι γραμμ. γράφουσιν ὀξυτόνως -χύς)· ὁ τρ. ποὺς Διονύσ. Ἀλ. π. Συνθ. Ὀνομ. 17.

Greek Monolingual

-υ, ΝΑ
(για μετρικό πόδα) αυτός που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές
νεοελλ.
το αρσ. ως ουσ. ο τρίβραχυς
ο μετρικός πόδας που αποτελείται από τρεις βραχείες συλλαβές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + βραχύς.

Russian (Dvoretsky)

τρίβρᾰχυς: εος (ῐ) ὁ стих. трибрахий (стопа ∪∪∪).