στροφίς: Difference between revisions

From LSJ

δεξιὸν εἰς ὑπόδημα, ἀριστερὸν εἰς ποδάνιπτρα → the right foot into a shoe, the left into a foot-bath | of one who is ready for anything

Source
(4)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{elru
{{elru
|elrutext='''στροφίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ [demin. к [[στρόφος]] повязка: ἱμάντων στροφίδες Eur. ременные путы.
|elrutext='''στροφίς:''' ίδος (ῐδ) ἡ [demin. к [[στρόφος]] повязка: ἱμάντων στροφίδες Eur. ременные путы.
}}
{{elnl
|elnltext=στροφίς -ίδος, ἡ [στρόφιον] band, door vrouwen gebruikt als beha.
}}
}}

Revision as of 11:16, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στροφίς Medium diacritics: στροφίς Low diacritics: στροφίς Capitals: ΣΤΡΟΦΙΣ
Transliteration A: strophís Transliteration B: strophis Transliteration C: strofis Beta Code: strofi/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ,=

   A στρόφιον 1, E.Andr.718.

German (Pape)

[Seite 957] ίδος, ἡ, dim. von στρόφος, = στρόφιον, πλεκτὰς ἱμάντων στροφίδας ἐξανήσομαι, Eur. Andr. 719.

Greek (Liddell-Scott)

στροφίς: -ίδος, ἡ, = στρόφιον, Εὐρ. Ἀνδρ. 718.

Greek Monotonic

στροφίς: -ίδος, ἡ, = στρόφιον, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

στροφίς: ίδος (ῐδ) ἡ [demin. к στρόφος повязка: ἱμάντων στροφίδες Eur. ременные путы.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

στροφίς -ίδος, ἡ [στρόφιον] band, door vrouwen gebruikt als beha.