κακανδρία: Difference between revisions
From LSJ
Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand
(5) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κᾰκανδρία:''' ἡ, [[ανανδρία]], σε Σοφ., Ευρ. | |lsmtext='''κᾰκανδρία:''' ἡ, [[ανανδρία]], σε Σοφ., Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κᾰκανδρία:''' ἡ отсутствие мужества, малодушие, робость Soph., Eur. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:12, 31 December 2018
English (LSJ)
ἡ,
A unmanliness, S.Aj.1014, E.Rh.814.
German (Pape)
[Seite 1298] ἡ, Unmännlichkeit, Feigheit, Soph. neben δειλία, Ai. 993; Eur. Rhes. 814 u. in sp. Prosa.
Greek (Liddell-Scott)
κᾰκανδρία: ἡ, ἀνανδρία, Σοφ. Αἴ. 1014, Εὐρ. Ρῆσ. 814.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
lâcheté.
Étymologie: κακός, ἀνήρ.
Greek Monolingual
κακανδρία, ἡ (Α)
η ανανδρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + -ανδρία (< -ανδρος < ἀνήρ, ἀνδρός), πρβλ. ολιγ-ανδρία, πολυ-ανδρία].
Greek Monotonic
κᾰκανδρία: ἡ, ανανδρία, σε Σοφ., Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
κᾰκανδρία: ἡ отсутствие мужества, малодушие, робость Soph., Eur.