Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀμφικίων: Difference between revisions

From LSJ

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
(2)
(1)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀμφῐκίων:''' [κῑ], -ον, αυτός που είναι περιτριγυρισμένος με κίονες, σε Σοφ.
|lsmtext='''ἀμφῐκίων:''' [κῑ], -ον, αυτός που είναι περιτριγυρισμένος με κίονες, σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀμφικίων:''' 2, gen. ονος (κῑ) окруженный колоннами ([[ναός]] Soph.).
}}
}}

Revision as of 16:08, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμφῐκίων Medium diacritics: ἀμφικίων Low diacritics: αμφικίων Capitals: ΑΜΦΙΚΙΩΝ
Transliteration A: amphikíōn Transliteration B: amphikiōn Transliteration C: amfikion Beta Code: a)mfiki/wn

English (LSJ)

[κῑ], ον, gen. ονος,

   A with pillars all round, S.Ant.285.

German (Pape)

[Seite 140] ονος, rings mit Säulen umgeben, ναός Soph. Ant. 285.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμφῐκίων: [κῑ], ον, ονος, ἔχων πέριξ κίονας ὡς τὸ περίστυλος, Σοφ. Ἀντ. 285.

French (Bailly abrégé)

ων, ον ; gén. ονος;
soutenu tout autour par des colonnes.
Étymologie: ἀμφί, κίων.

Spanish (DGE)

-ον, gen. -ονος

• Prosodia: [-κῑ-]
con columnas a uno y otro lado ναός S.Ant.285.

Greek Monolingual

ἀμφικίων (-ονος), -ον (Α)
(για ναούς) αυτός που έχει ολόγυρα κίονες, ο περίπτερος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + κίων.

Greek Monotonic

ἀμφῐκίων: [κῑ], -ον, αυτός που είναι περιτριγυρισμένος με κίονες, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ἀμφικίων: 2, gen. ονος (κῑ) окруженный колоннами (ναός Soph.).