ἀστρολογικός: Difference between revisions
ἁρμονίη ἀφανὴς φανερῆς κρείττων → the hidden attunement is better than the obvious one, invisible connection is stronger than visible, harmony we can't see is stronger than harmony we can, unseen harmony is stronger than what we can see
(6) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό (AM [[ἀστρολογικός]], -ή, -όν)<br />όποιος ανήκει ή αναφέρεται στην [[αστρολογία]]. | |mltxt=-ή, -ό (AM [[ἀστρολογικός]], -ή, -όν)<br />όποιος ανήκει ή αναφέρεται στην [[αστρολογία]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀστρολογικός:''' астрономический (θεωρήματα Arst.; [[σφαῖρα]] Plut.). | |||
}} | }} |
Revision as of 17:24, 31 December 2018
English (LSJ)
ή, όν,
A of or for astronomy, ἐμπειρία, ἐπιστήμη, Arist. APr.46a19, APo.78b39; τὰ -κά Id.Cael.291b21.
German (Pape)
[Seite 378] die Astronomie betreffend; ἡ -ική, Sternkunde, Nicom. com. Ath. VII, 291 b.
Greek (Liddell-Scott)
ἀστρολογικός: -ή, -όν, ὁ περὶ τὴν ἀστρονομίαν, ὁ ἀνήκων εἰς τὴν ἀστρονομίαν, Ἀριστ. Ἀναλυτ. Ὕστ. 1. 13, 7· ἡ ἀστρολογικὴ (ἐνν. ἐπιστήμη), = ἀστρολογία, αὐτόθι· τὰ ἀστρολογικὰ, ὁ αὐτ. π. Οὐρ. 2. 11, 3.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
1 relativo a la astronomía, astronómico, ἐμπειρία Arist.APr.46a19, ἐπιστήμη Arist.APo.78b39, σφαῖρα Plu.2.838d, μαθηματική Alex.Aphr.in Metaph.72.10
•subst. τὰ ἀ. Arist.Cael.291b21.
2 astrológico τὸ πινάκιν τὸ ἀστρολογικόν el horóscopo, BGU 1674.8 (II d.C.).
Greek Monolingual
-ή, -ό (AM ἀστρολογικός, -ή, -όν)
όποιος ανήκει ή αναφέρεται στην αστρολογία.
Russian (Dvoretsky)
ἀστρολογικός: астрономический (θεωρήματα Arst.; σφαῖρα Plut.).