βρύλλω: Difference between revisions
μισῶ σοφιστὴν ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who recks not his own rede, I hate the sage who is not wise for himself, I hate the wise man who is not wise on his own
(3) |
(1b) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''βρύλλω:''' [[κλαίω]] για να πιω, λέγεται για [[παιδιά]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''βρύλλω:''' [[κλαίω]] για να πιω, λέγεται για [[παιδιά]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''βρύλλω:''' (на детском языке) просить пить Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:52, 31 December 2018
English (LSJ)
A cry for drink, of children (cf. βρῦν), Ar.Eq.1126, cf. Sch. II βρύλλων· ὑποπίνων, Hsch.
German (Pape)
[Seite 466] Ar. Equ. 1122, Schol. ὑποπίνω, wie kleine Kinder rufen, die zu trinken verlangen, wie
Greek (Liddell-Scott)
βρύλλω: ὑποπίνω, ἢ μᾶλλον φωνάζω ζητῶν νὰ πίω, ἐπὶ παιδίων (πρβλ. βρῦν), Ἀριστοφ. Ἱππ. 1123, ἔνθα ἴδε Σχολ.
French (Bailly abrégé)
crier comme les petits enfants qui demandent à boire.
Étymologie: DELG βρῦν.
Spanish (DGE)
pedir de beber por parte de niños, Ar.Eq.1126, Sch.ad loc., cf. βρῦν.
• Etimología: De origen expresivo e imitativo.
Greek Monolingual
βρύλλω (Α)
(για νήπιο) φωνάζω ζητώντας να πιω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βρυν + (επίθημα) -λλ-, που οφείλεται σε εκφραστικό σχηματισμό].
Greek Monotonic
βρύλλω: κλαίω για να πιω, λέγεται για παιδιά, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
βρύλλω: (на детском языке) просить пить Arph.