γαστρίδιον: Difference between revisions
From LSJ
ὁ χρόνος ἐστὶ δάνος, τὸ ζῆν πικρός ἐσθ' ὁ δανίσας → time is a loan, and he who lent you life is a hard creditor | time is on loan and life's lender is a prick
(3) |
(1b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''γαστρίδιον:''' τό, υποκορ. του [[γαστήρ]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''γαστρίδιον:''' τό, υποκορ. του [[γαστήρ]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''γαστρίδιον:''' τό животик, брюшко Arph. | |||
}} | }} |
Revision as of 18:00, 31 December 2018
English (LSJ)
τό, Dim. of γαστήρ, γαστρίον, Ar.Nu.392.
German (Pape)
[Seite 475] τό, dim. von γαστήρ, Ar. Nubb. 391.
Greek (Liddell-Scott)
γαστρίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ γαστήρ, γαστρίον, Ἀριστοφ. Νεφ. 392.
Spanish (DGE)
-ου, τό
vientrecito, tripita sent. despect., Ar.Nu.392.
Greek Monotonic
γαστρίδιον: τό, υποκορ. του γαστήρ, σε Αριστοφ.
Russian (Dvoretsky)
γαστρίδιον: τό животик, брюшко Arph.