ἔκλησις: Difference between revisions

From LSJ

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔκλησις:''' -εως, ἡ (ἐκλαθέσθαι), [[επιείκεια]] και ευσπλαχνία, συγχώρεση, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἔκλησις:''' -εως, ἡ (ἐκλαθέσθαι), [[επιείκεια]] και ευσπλαχνία, συγχώρεση, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔκλησις:''' εως ἡ [[ἐκλανθάνω]] (полное) забвение Hom.
}}
}}

Revision as of 19:32, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔκλησις Medium diacritics: ἔκλησις Low diacritics: έκλησις Capitals: ΕΚΛΗΣΙΣ
Transliteration A: éklēsis Transliteration B: eklēsis Transliteration C: eklisis Beta Code: e)/klhsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A forgetting and forgiving, Od.24.485.

German (Pape)

[Seite 767] ἡ, gänzliches Vergessen, Od. 24, 485.

Greek (Liddell-Scott)

ἔκλησις: -εως, ἡ, πλήρης λήθη, κατ’ ἐπίτασιν ἐκ τοῦ λῆσις, λήθη, Ὀδ. Ω. 485.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
oubli.
Étymologie: ἐκλανθάνω.

English (Autenrieth)

(λήθω): forgetting and forgiving, Od. 24.485†.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ olvido, perdón definitivo φόνοιο Od.24.485.

Greek Monolingual

ἔκλησις, η (Α)
πλήρης λήθη, απόλυτη λησμονιά.

Greek Monotonic

ἔκλησις: -εως, ἡ (ἐκλαθέσθαι), επιείκεια και ευσπλαχνία, συγχώρεση, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

ἔκλησις: εως ἡ ἐκλανθάνω (полное) забвение Hom.