εὐρώγης: Difference between revisions
From LSJ
Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell
(4) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐρώγης:''' ([[ῥώξ]]), [[άφθονος]] σε ρώγες, σε Ανθ. | |lsmtext='''εὐρώγης:''' ([[ῥώξ]]), [[άφθονος]] σε ρώγες, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐρώγης:''' [[ῥάξ]] обильный гроздьями (sc. [[σταφυλή]] Anth.). | |||
}} | }} |
Revision as of 21:19, 31 December 2018
English (LSJ)
ες, (ῥώξ)
A of fine grapes, πεντάς AP6.190 (Gaet.).
Greek (Liddell-Scott)
εὐρώγης: (ῥώξ), ἔχων καλὰς καὶ ἀφθόνους ῥᾶγας, πεντάδα τὴν σταφυλῆς εὐρώγεα Ἀνθ. Π. 6. 190.
French (Bailly abrégé)
ης, ες :
aux beaux raisins.
Étymologie: εὖ, ῥώξ².
Greek Monolingual
εὐρώγης, -ες (Α)
αυτός που έχει καλές ρώγες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ρωξ, ρωγός «ρώγα»].
Greek Monotonic
εὐρώγης: (ῥώξ), άφθονος σε ρώγες, σε Ανθ.