κατάμιξις: Difference between revisions
From LSJ
Sophocles, Fragment 698
(19) |
(2b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κατάμιξις]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[κατάμειξις]]. | |mltxt=[[κατάμιξις]], ἡ (Α)<br /><b>βλ.</b> [[κατάμειξις]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κατάμιξις:''' εως ἡ примешивание, примесь (ἐκκρίνεσθαι διὰ τὴν κατάμιξιν Arst.; τοῦ οἴνου πρός τι Plut.). | |||
}} | }} |
Revision as of 22:40, 31 December 2018
English (LSJ)
A v. κατάμειξις.
German (Pape)
[Seite 1364] ἡ, Vermischung, Sp., wie Plut., ἡ πρὸς τὸ σῶμα κ. τοῦ οἴνου adv. Col. 6; Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
κατάμιξις: -εως, ἡ, ἐντελὴς μῖξις, ἀνάμιξις Ἀριστ. Προβλ. 2. 22, 1., 37. 2, 1., Διοσκ., κτλ.· ἡ πρός τι κ. Πλούτ. 2, 1110Α.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
mélange.
Étymologie: καταμίγνυμι.
Greek Monolingual
κατάμιξις, ἡ (Α)
βλ. κατάμειξις.
Russian (Dvoretsky)
κατάμιξις: εως ἡ примешивание, примесь (ἐκκρίνεσθαι διὰ τὴν κατάμιξιν Arst.; τοῦ οἴνου πρός τι Plut.).