μέζων: Difference between revisions

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μέζων:''' [[μεζόνως]], Ιων. αντί [[μείζων]], [[μειζόνως]], βλ. [[μέγας]].
|lsmtext='''μέζων:''' [[μεζόνως]], Ιων. αντί [[μείζων]], [[μειζόνως]], βλ. [[μέγας]].
}}
{{elru
|elrutext='''μέζων:''' Her. = [[μείζων]].
}}
}}

Revision as of 23:48, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μέζων Medium diacritics: μέζων Low diacritics: μέζων Capitals: ΜΕΖΩΝ
Transliteration A: mézōn Transliteration B: mezōn Transliteration C: mezon Beta Code: me/zwn

English (LSJ)

μεζόνως,

   A v. μέγας.

German (Pape)

[Seite 111] ον, ion. = μείζων, comparat. zu μέγας, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

μέζων: μεζόνως, Ἰων. ἀντὶ μείζων, μειζόνως, ἴδε ἐν λ. μέγας.

French (Bailly abrégé)

ion. c. μείζων.

Greek Monolingual

μέζων, -ον (Α)
ιων. τ. βλ. μείζων.

Greek Monotonic

μέζων: μεζόνως, Ιων. αντί μείζων, μειζόνως, βλ. μέγας.

Russian (Dvoretsky)

μέζων: Her. = μείζων.