νωτιδανός: Difference between revisions
From LSJ
Θνητὸς πεφυκὼς τοὐπίσω πειρῶ βλέπειν → Homo natus id, quod instat, ut videas, age → Als sterblich Wesen mühe dich zu seh'n, was folgt
(27) |
(3b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο (Α [[νωτιδανός]])<br />[[γένος]] σελαχίων στο οποίο ανήκουν είδη μεγαλόσωμων ψαριών με οξύ νωτιαίο [[πτερύγιο]] και με επίμηκες και χοντρό [[κεφάλι]] που απολήγει σε οξύ [[ρύγχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νῶτον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -(<i>ι</i>)[[δανός]] (<b>πρβλ.</b> [[ουτιδανός]], [[ληθεδανός]])]. | |mltxt=ο (Α [[νωτιδανός]])<br />[[γένος]] σελαχίων στο οποίο ανήκουν είδη μεγαλόσωμων ψαριών με οξύ νωτιαίο [[πτερύγιο]] και με επίμηκες και χοντρό [[κεφάλι]] που απολήγει σε οξύ [[ρύγχος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νῶτον]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -(<i>ι</i>)[[δανός]] (<b>πρβλ.</b> [[ουτιδανός]], [[ληθεδανός]])]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''νωτῐδᾰνός:''' ὁ нотидан (разновидность акулы с острым спинным плавником) Arst. | |||
}} | }} |
Revision as of 00:40, 1 January 2019
English (LSJ)
ὁ, a kind of γαλεός I, Arist.Fr.310 ; called ἐπινωτιδεύς by Epaenet. ap. Ath.7.294d.
German (Pape)
[Seite 273] ὁ, eine Haifischart mit einem Stachel an der Rückenflosse, sonst auch ἐπινωτιδεύς genannt, Arist. bei Ath. VII, 294 d.
Greek (Liddell-Scott)
νωτιδᾰνός: ὁ, ὁ ἔχων ὀξὺ νωτιαῖον πτερύγιον, ἐπὶ καρχαρίου, Ἀριστ. Ἀποσπ. 293˙ πρβλ. ἐπινωτιδεύς.
Greek Monolingual
ο (Α νωτιδανός)
γένος σελαχίων στο οποίο ανήκουν είδη μεγαλόσωμων ψαριών με οξύ νωτιαίο πτερύγιο και με επίμηκες και χοντρό κεφάλι που απολήγει σε οξύ ρύγχος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νῶτον + κατάλ. -(ι)δανός (πρβλ. ουτιδανός, ληθεδανός)].
Russian (Dvoretsky)
νωτῐδᾰνός: ὁ нотидан (разновидность акулы с острым спинным плавником) Arst.