περίπτυξις: Difference between revisions
From LSJ
Γαμεῖν δὲ μέλλων βλέψον εἰς τοὺς γείτονας → Quaeris maritus esse? Vicinos vide → Auf deine Nachbarn sieh, wenn du an Hochzeit denkst
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''περίπτυξις:''' ἡ, [[εναγκαλισμός]], σε Πλούτ. | |lsmtext='''περίπτυξις:''' ἡ, [[εναγκαλισμός]], σε Πλούτ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περίπτυξις:''' εως ἡ обнимание (τοῦ νεκροῦ Plut.). | |||
}} | }} |
Revision as of 02:04, 1 January 2019
English (LSJ)
εως, ἡ,
A folding oneself round, embracing, τοῦ νεκροῦ Plu.Cat.Mi.11 (pl.); περιπτύξεις καὶ ἁφαί Plot.4.7.8.
German (Pape)
[Seite 589] ἡ, das Umfalten, Umarmen; Plut. Cat. min. 11; Schol. Eur. Med. 1074 erklärt damit προσβολή.
Greek (Liddell-Scott)
περίπτυξις: ἡ, τὸ περιπτύσσεσθαι τινά, ἐναγκαλισμός, τοῦ νεκροῦ Πλουτ. Κάτων Νεώτ. 11, πρβλ. Πλωτ. παρ’ Εὐσ. ἐν Εὐαγγ. Προπ. 832Α.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
action d’embrasser.
Étymologie: περιπτύσσω.
Greek Monotonic
περίπτυξις: ἡ, εναγκαλισμός, σε Πλούτ.
Russian (Dvoretsky)
περίπτυξις: εως ἡ обнимание (τοῦ νεκροῦ Plut.).