πεπρίλος: Difference between revisions
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
(31) |
(2b) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΑ<br />[[είδος]] ψαριού που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμησης ανήκει στην [[οικογένεια]] stromateidae.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τ. σχηματισμένος από τη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του [[πέρδομαι]] με διπλασιασμό <i>πε</i>- και [[επίθημα]] -[[ίλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ναυτ</i>-[[ίλος]])]. | |mltxt=ο, ΝΑ<br />[[είδος]] ψαριού που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμησης ανήκει στην [[οικογένεια]] stromateidae.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Τ. σχηματισμένος από τη μηδενισμένη [[βαθμίδα]] του [[πέρδομαι]] με διπλασιασμό <i>πε</i>- και [[επίθημα]] -[[ίλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>ναυτ</i>-[[ίλος]])]. | ||
}} | |||
{{etym | |||
|etymtx=See also: s. [[πέρδομαι]] | |||
}} | }} |
Revision as of 07:12, 3 January 2019
English (LSJ)
ὁ, a kind of
A fish, Hsch.
Greek Monolingual
ο, ΝΑ
είδος ψαριού που, σύμφωνα με τη σημερινή επιστημονική ταξινόμησης ανήκει στην οικογένεια stromateidae.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. σχηματισμένος από τη μηδενισμένη βαθμίδα του πέρδομαι με διπλασιασμό πε- και επίθημα -ίλος (πρβλ. ναυτ-ίλος)].
Frisk Etymological English
See also: s. πέρδομαι