θεόσυτος: Difference between revisions

From LSJ

βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμιςAristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise

Source
(2b)
m (Text replacement - "˙" to "·")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''θεόσῠτος''': -ον, [[θεόπεμπτος]], θ. ἢ [[βρότειος]] (πρβλ. [[θέορτος]]) Αἰσχύλ. Πρ. 116˙ [[νόσος]] [[αὐτόθι]] 596˙ ποιητ. [[θεόσσυτος]] χειμὼν [[αὐτόθι]] 643.
|lstext='''θεόσῠτος''': -ον, [[θεόπεμπτος]], θ. ἢ [[βρότειος]] (πρβλ. [[θέορτος]]) Αἰσχύλ. Πρ. 116· [[νόσος]] [[αὐτόθι]] 596· ποιητ. [[θεόσσυτος]] χειμὼν [[αὐτόθι]] 643.
}}
}}
{{bailly
{{bailly

Revision as of 19:32, 6 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεόσῠτος Medium diacritics: θεόσυτος Low diacritics: θεόσυτος Capitals: ΘΕΟΣΥΤΟΣ
Transliteration A: theósytos Transliteration B: theosytos Transliteration C: theosytos Beta Code: qeo/sutos

English (LSJ)

ον,

   A sent by the gods, θ. ἢ βρότειος; A.Pr.116; νόσος ib. 596 (lyr.):—also θεόσσυτος χειμών ib.643.

Greek (Liddell-Scott)

θεόσῠτος: -ον, θεόπεμπτος, θ. ἢ βρότειος (πρβλ. θέορτος) Αἰσχύλ. Πρ. 116· νόσος αὐτόθι 596· ποιητ. θεόσσυτος χειμὼν αὐτόθι 643.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
envoyé par les dieux.
Étymologie: θεός, σεύομαι.

Greek Monolingual

θεόσυτος, -ον (Α)
βλ. θεόσσυτος.

Greek Monotonic

θεόσῠτος: -ον (σεύω), σταλμένος από το θεό, θεόπεμπτος, σε Αισχύλ.

Russian (Dvoretsky)

θεόσῠτος: ниспосланный богами (νόσος Aesch.).