ἔξεσις: Difference between revisions
From LSJ
Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίγνεται → Mala non videbis fieri nisi per mulieres → Das Leid erwächst uns durch die Frauen allesamt
(2) |
(1ab) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἔξεσις:''' εως, ион. ιος ἡ [[ἐξίημι]] отсылка, изгнание: ἔ. τῆς γυναικός Her. развод с женой. | |elrutext='''ἔξεσις:''' εως, ион. ιος ἡ [[ἐξίημι]] отсылка, изгнание: ἔ. τῆς γυναικός Her. развод с женой. | ||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[ἔξεσις]], εως [[ἐξίημι]]<br />a dismissal, divorce, Hdt. | |||
}} | }} |
Revision as of 14:00, 9 January 2019
English (LSJ)
εως, ἡ,
A dismissal, divorce, γυναικός Hdt.5.40.
German (Pape)
[Seite 879] ἡ, dasselbe, γυναικός, Ehescheidung, Her. 5, 40.
Greek (Liddell-Scott)
ἔξεσις: -εως, ἡ, ἀπόπεμψις γυναικός, ἤτοι διαζύγιον, Ἡρόδ. 5. 40.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
répudiation.
Étymologie: ἐξίημι.
Greek Monolingual
ἔξεσις, η (Α)
αποπομπή γυναίκας, διαζύγιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + έσις (< ίημι)].
Greek Monotonic
ἔξεσις: -εως, ἡ (ἐξίημι), απόρριψη, αποπομπή, διαζύγιο, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἔξεσις: εως, ион. ιος ἡ ἐξίημι отсылка, изгнание: ἔ. τῆς γυναικός Her. развод с женой.