πολυτονικός: Difference between revisions
From LSJ
Ἡ δ' ἁρπαγὴ μέγιστον ἀνθρώποις κακόν → Vitiorum hominibus pessimum est rapacitas → Der Menschen schlimmstes Laster ist die Gier nach Raub
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
Line 12: | Line 12: | ||
==French== | ==French== | ||
polytonique | polytonique | ||
==Italian== | |||
polytonico | |||
==Spanish== | |||
politónico | |||
==German== | ==German== | ||
vieltönig, polytonisch | vieltönig, polytonisch |
Revision as of 19:11, 6 February 2019
English (LSJ)
polytonic
French
polytonique
Italian
polytonico
Spanish
politónico
German
vieltönig, polytonisch
Dutch
meertonig, meertonige
Greek Monolingual
-ή, -ό, Ν
φρ. «πολυτονικό σύστημα»
γραμμ. παλαιότερος τρόπος γραφής τών λέξεων, κατά τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η περισπωμένη, δηλ. όλα τα τονικά σημεία της Αρχαίας Ελληνικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + τονικός (< τόνος), πρβλ. μονο-τονικός.