прятать: Difference between revisions
From LSJ
λίγεια μινύρεται θαμίζουσα μάλιστ' ἀηδών → the sweet-voiced nightingale mourns constantly, the sweet-voiced nightingale most loves to warble
(6) |
(No difference)
|
Revision as of 19:40, 14 October 2019
Russian > Greek
ἀφανίζω, ῥύομαι, κρύπτω, παρακαλύπτω, συγκρύπτω, ἐγκατατίθημι, ὑποκλέπτω, ἀποτίθημι, ἐπικαλύπτω, ἐγκρύβω, κατακρύπτω, ἐγκρύπτω, ἀμαλδύνω, περικαλύπτω, ἐπικρύπτω, ἀποκρύπτω, ἐπισκέπω