разгребать: Difference between revisions
From LSJ
Aristotle, Nicomachean Ethics, 5.30
(6) |
(No difference)
|
Revision as of 19:50, 14 October 2019
Russian > Greek
διασκαλεύω, διασκάλλω, ἀμαθύνω, σκαλεύω, ὑποσκαλεύω, διαστέλλω, διαμάω, γλάφω, στορέννυμι, στόρνυμι, στρώννυμι, στρωννύω