σφαιρῖτις: Difference between revisions
From LSJ
Ἔνεισι καὶ γυναιξὶ σώφρονες τρόποι → Insunt modesti mores etiam mulieri → Auch Frauen haben in sich weise Lebensart
(40) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sfairitis | |Transliteration C=sfairitis | ||
|Beta Code=sfairi=tis | |Beta Code=sfairi=tis | ||
|Definition=<b class="b3">κυπάρισσος, ἡ</b>, a kind of <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=<b class="b3">κυπάρισσος, ἡ</b>, a kind of <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[cypress]], so called from its globular fruit, Gal.12.418.</span> | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 20:20, 28 June 2020
English (LSJ)
κυπάρισσος, ἡ, a kind of
A cypress, so called from its globular fruit, Gal.12.418.
Greek (Liddell-Scott)
σφαιρῖτις: κυπάρισσος, ἡ, εἶδος κυπαρίσσου οὕτω καλουμένης ἐκ τοῦ σφαιροειδοῦς καρποῦ αὐτῆς, «σφαιρίτιδος φύλλα· καλεῖται δὲ σφαιρῖτις, ἡ τὰ σφαιρία φέρουσα κυπάρισσος» Γαλην. τῶν Κατὰ τόπους 1 [σ. 159, 1].
Greek Monolingual
-ίτιδος, ἡ, Α
είδος κυπαρισσιού που καλείται έτσι λόγω του σφαιροειδούς καρπού του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σφαῖρα + επίθημα -ῖτις (πρβλ σελην-ῖτις), πιθ. λόγω του σφαιρικού σχήματος τών καρπών του δένδρου].