χαλάδριον: Difference between revisions
From LSJ
ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα (Odyssey VII.310 / XV.71) → all things are better in moderation
(46) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chaladrion | |Transliteration C=chaladrion | ||
|Beta Code=xala/drion | |Beta Code=xala/drion | ||
|Definition=τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=τό, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[mat]] or [[pallet]], PTeb.414.13 (ii A. D.), <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>646</span> (ii A. D.), etc., cf. [[χάλανδρον;]] also written χαλάτριον <span class="bibl"><span class="title">PLond.</span>5.1714.32</span> (vi A. D.).</span> | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=και [[χαλάτριον]] και [[χαράδριον]] και [[χελάδριον]], τὸ, ΜΑ<br />[[στρώμα]], [[στρωσίδι]] από [[ψάθα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[χαλάδριον]] ανάγεται στο θ. <i>χαλα</i>- του <i>χαλῶ</i>, -<i>άω</i> «[[χαλαρώνω]]» (<b>πρβλ.</b> αόρ. [[χαλά]]-<i>σαι</i>) και εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>δριον</i>, το οποίο έχει προέλθει από λ. σε -<i>δρος</i> / -<i>δρον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δέν</i>-<i>δρον</i>: <i>δένδριον</i>). Ο τ. [[χαλά]]-<i>τριον</i> εμφανίζει [[εναλλαγή]] διαρκούς ηχηρού και άηχου κλειστού -<i>δ</i>- / -<i>τ</i>- στο [[επίθημα]], ενώ ο τ. [[χαράδριον]] [[εναλλαγή]] τών υγρών -<i>λ</i> / -<i>ρ</i>- <i>στο</i> θ. Τέλος, με φωνηεντισμό -<i>ε</i>- έχει σχηματιστεί ο τ. [[χελάδριον]]]. | |mltxt=και [[χαλάτριον]] και [[χαράδριον]] και [[χελάδριον]], τὸ, ΜΑ<br />[[στρώμα]], [[στρωσίδι]] από [[ψάθα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ο τ. [[χαλάδριον]] ανάγεται στο θ. <i>χαλα</i>- του <i>χαλῶ</i>, -<i>άω</i> «[[χαλαρώνω]]» (<b>πρβλ.</b> αόρ. [[χαλά]]-<i>σαι</i>) και εμφανίζει [[επίθημα]] -<i>δριον</i>, το οποίο έχει προέλθει από λ. σε -<i>δρος</i> / -<i>δρον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>δέν</i>-<i>δρον</i>: <i>δένδριον</i>). Ο τ. [[χαλά]]-<i>τριον</i> εμφανίζει [[εναλλαγή]] διαρκούς ηχηρού και άηχου κλειστού -<i>δ</i>- / -<i>τ</i>- στο [[επίθημα]], ενώ ο τ. [[χαράδριον]] [[εναλλαγή]] τών υγρών -<i>λ</i> / -<i>ρ</i>- <i>στο</i> θ. Τέλος, με φωνηεντισμό -<i>ε</i>- έχει σχηματιστεί ο τ. [[χελάδριον]]]. | ||
}} | }} |
Revision as of 21:25, 28 June 2020
English (LSJ)
τό,
A mat or pallet, PTeb.414.13 (ii A. D.), POxy.646 (ii A. D.), etc., cf. χάλανδρον; also written χαλάτριον PLond.5.1714.32 (vi A. D.).
Greek Monolingual
και χαλάτριον και χαράδριον και χελάδριον, τὸ, ΜΑ
στρώμα, στρωσίδι από ψάθα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. χαλάδριον ανάγεται στο θ. χαλα- του χαλῶ, -άω «χαλαρώνω» (πρβλ. αόρ. χαλά-σαι) και εμφανίζει επίθημα -δριον, το οποίο έχει προέλθει από λ. σε -δρος / -δρον (πρβλ. δέν-δρον: δένδριον). Ο τ. χαλά-τριον εμφανίζει εναλλαγή διαρκούς ηχηρού και άηχου κλειστού -δ- / -τ- στο επίθημα, ενώ ο τ. χαράδριον εναλλαγή τών υγρών -λ / -ρ- στο θ. Τέλος, με φωνηεντισμό -ε- έχει σχηματιστεί ο τ. χελάδριον].