οὐρανοφάντωρ: Difference between revisions
From LSJ
δι' ἐμοῦ βασιλεῖς βασιλεύουσιν, καὶ οἱ δυνάσται γράφουσιν δικαιοσύνην → through me kings rule, and princes dictate justice (Proverbs 8:15, LXX version)
(30) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ouranofantor | |Transliteration C=ouranofantor | ||
|Beta Code=ou)ranofa/ntwr | |Beta Code=ou)ranofa/ntwr | ||
|Definition=ορος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">shining up to heaven</b>; or | |Definition=ορος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">shining up to heaven</b>; or [[disclosing heaven]], Suid.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 08:30, 1 July 2020
English (LSJ)
ορος, ὁ, ἡ,
A shining up to heaven; or disclosing heaven, Suid.
German (Pape)
[Seite 418] ορος, ὁ, am Himmel erscheinend, od. nach Suid. οὗ ἡ λαμπρότης εἰς ὕψος φαίνεται, bis zum Himmel leuchtend.
Greek (Liddell-Scott)
οὐρᾰνοφάντωρ: -ορος, ὁ, ἡ, ὁ λάμπων μέχρις οὐρανοῦ· ἢ ὁ ἀποκαλύπτων τὰ οὐράνια, ἐπίθετον τοῦ Μ. Βασιλείου, Βίος Βασιλ. 168D, Νικηφ. Κ/πόλεως 1064C.
Greek Monolingual
ο (ΑΜ οὐρανοφάντωρ, -ορος)
(ως προσωνυμία του Μεγάλου Βασιλείου) αυτός που εκπέμπει λάμψη η οποία φτάνει ώς τον ουρανό ή αυτός που αποκαλύπτει τα ουράνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο- + φάντωρ (< φαίνω), πρβλ. ιερο-φάντωρ].