ἑκατέρωθεν: Difference between revisions
στεφανηφορήσας καὶ ἱερατεύσας → having worn the crown and having had the priesthood
(1ab) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ekaterothen | |Transliteration C=ekaterothen | ||
|Beta Code=e(kate/rwqen | |Beta Code=e(kate/rwqen | ||
|Definition=Adv. <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">on each side, on either hand</b>, <span class="bibl">Hdt.3.102</span>, <span class="bibl">Th.2.75</span> : c. gen., ἑ. τῆς πόλεως <span class="bibl">Id.3.6</span> ; τὸ ἑ. μέρος <span class="bibl">Pl.<span class="title">Phd.</span>112e</span> ; | |Definition=Adv. <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> <b class="b2">on each side, on either hand</b>, <span class="bibl">Hdt.3.102</span>, <span class="bibl">Th.2.75</span> : c. gen., ἑ. τῆς πόλεως <span class="bibl">Id.3.6</span> ; τὸ ἑ. μέρος <span class="bibl">Pl.<span class="title">Phd.</span>112e</span> ; [[at each end]], <span class="bibl">Gp.5.27.4</span>. </span><span class="sense"> <span class="bld">2</span> <b class="b2">on both sides, by father and mother</b>, <span class="bibl">Poll.8.85</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 15:39, 1 July 2020
English (LSJ)
Adv.
A on each side, on either hand, Hdt.3.102, Th.2.75 : c. gen., ἑ. τῆς πόλεως Id.3.6 ; τὸ ἑ. μέρος Pl.Phd.112e ; at each end, Gp.5.27.4. 2 on both sides, by father and mother, Poll.8.85.
German (Pape)
[Seite 752] von jeder von beiden Seiten her, von beiden Seiten her, so daß sie einzeln gedacht werden; Thuc. 2, 75; τῆς πόλεως 3, 6; Xen. Cyr. 3, 3, 9; τὸ ἑκ. μέρος Plat. Phaed. 112 e.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκᾰτέρωθεν: ἐπίρρ., ἐξ ἑκατέρου μέρους, ὡς τὸ ποιητ. ἑκάτερθεν, Ἡρόδ. 3. 102, Θουκ. 2. 75· μετὰ γεν., ἐκ τῆς πόλεως ὁ αὐτ. 3. 6· τὸ ἑκ. μέρος Πλάτ. Φαίδων 112Ε. 2) ἐξ ἑκατέρου μέρους, δηλ. καὶ πρὸς πατρὸς καὶ πρὸς μητρός, Ἀριστ. Ἀποσπ. 374.
French (Bailly abrégé)
adv.
en venant de chacun des deux côtés, des deux côtés.
Étymologie: ἑκάτερος, -θεν.
Spanish (DGE)
(ἑκᾰτέρωθεν)
adv.
I 1a ambos lados, en cada lado, en uno y otro lado καμήλους τρεῖς ... ἑ. ἔρσενα ... θήλεαν δ' ἐς μέσον tres camellos, un macho en cada extremo y la hembra en medio Hdt.3.102, παρῳκοδόμουν ἑ. Th.2.75, ἔστι δ' ἑτέρα φλὲψ ἐν τῷ τραχήλῳ ... ἑ. Diog.Apoll.B 6 (p.64), τὸ μὲν ἕτερον (τρίγωνον) ἑ. ἔχει μέρος γωνίας ὀρθῆς Pl.Ti.53d, πλευραί, ἑ. δ' ὀκτώ las costillas, que son ocho de cada lado Arist.HA 493b14, cf. IG 22.1668.80 (IV a.C.), τοὺς δὲ πελταστὰς ἐπὶ τὰ κράσπεδα ἑ. καθίστασθαι X.HG 3.2.16, ἄκαινα ἑ. ὡρισμένη IEphesos 3217b.27 (II d.C.), πολὺς δὲ κάλαμος ἑ. εἱστήκει Babr.36.4
•c. gen. ἐτείχισαν στρατόπεδα δύο ἑ. τῆς πόλεως Th.3.6, νῆσοι ... τούτων ἑ. κείμεναι Ps.Scymn.143, τῆς θύρας ἑ. IEphesos 3803b.10 (IV d.C.)
•subst. τὰ ἑ. ambos lados, uno y otro lado εἰς τὰ ἑ. (τοῦ μετώπου) (el pelo cae) hacia ambos lados de la frente Adam.2.37.
2 por ambos lados, por uno y otro lado δύο τὴν κεκμηκυῖαν ἑ. ταῖς πτέρυξι λαβοῦσαι D.P.Au.2.18, τοὺς δὲ χάρακας ἑ. ὀξύνειν χρή Gp.5.27.4
•por ambas partes Ἀθηναῖοί εἰσιν ἑ. ἐκ τριγονίας son atenienses por parte de padre y madre en tercera generación Poll.8.85, πολλῶν ἑ. πιπτόντων cuando ya habían caído muchos por ambos bandos D.L.1.32, cf. Hdn.1.11.2, μετὰ τὰ ἑλεχθέντα SB 12747.9 (II d.C.).
3 en ambos casos, en uno y otro caso εἰ γὰρ μὴ ἀφαιρήσεις ἑ. τὰς ἀληθεῖς (δόξας), τὰς δὲ ψευδεῖς προσθήσεις Pl.R.367b.
II c. subst., sg. o plu. cada, uno y otro, ambos τὸ ἑ. ... μέρος una y otra parte Pl.Phd.112e, ἐπιμελητὴς τοῦ ... ποταμοῦ τῆς ἑ. ὄχθης encargado de una y otra orilla del río, IEphesos 3029.15 (II d.C.), αἱ ἑ. ἀνδραγαθίαι el valor de uno y otro bando D.S.15.78.3, πρὶν ἀκούσῃς τῶν λόγων ἑ. Charito 5.7.1.
Greek Monolingual
(AM ἑκατέρωθεν)
(επίρρ. τοπ.)
1. και από τα δύο μέρη, και από τις δύο πλευρές
2. από το κάθε ένα μέρος.
Greek Monotonic
ἑκᾰτέρωθεν: επίρρ., από κάθε μέρος, από κάθε πλευρά, όπως το ποιητ. ἑκάτερθεν, σε Ηρόδ., Θουκ.· με γεν., ἐκ τῆς πόλεως, στον ίδ.
Russian (Dvoretsky)
ἑκᾰτέρωθεν: adv. (на вопрос «откуда?») с каждой стороны, с обеих сторон Arst.: ἑ. τινος Thuc., Xen. с каждой стороны чего-л.
Middle Liddell
on each side, on either hand, Like the poet. ἑκάτερθεν, Hdt., Thuc.; c. gen., ἑκ. τῆς πόλεως Thuc.