Φρύγιος: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(1b)
(CSV import)
Line 13: Line 13:
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Φρύ˘γιος, η, ον [[Φρύξ]]<br /><b class="num">1.</b> Phrygian, of, from [[Phrygia]], Eur.<br /><b class="num">2.</b> Φρ. νόμοι, [[μέλη]] Phrygian [[music]], i. e. [[music]] played on the [[flute]], [[wilder]] [[than]] the [[music]] for the [[lyre]], Eur. Hence
|mdlsjtxt=Φρύ˘γιος, η, ον [[Φρύξ]]<br /><b class="num">1.</b> Phrygian, of, from [[Phrygia]], Eur.<br /><b class="num">2.</b> Φρ. νόμοι, [[μέλη]] Phrygian [[music]], i. e. [[music]] played on the [[flute]], [[wilder]] [[than]] the [[music]] for the [[lyre]], Eur. Hence
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[Phrygian]]
}}
}}

Revision as of 13:55, 4 July 2020

French (Bailly abrégé)

α ou ος, ον :
de Phrygie, phrygien.
Étymologie: Φρύξ.

English (Slater)

Φρῠγιος
   1 Phrygian Φρυγίας κοσμήτορα μάχας (? sc. Ὅμηρον) ?fr. 347.

Greek Monotonic

Φρύγιος: [ῠ], -α, -ον και -ος, -ον (Φρύξ
1. Φρύγιος, Φρυγικός, αυτός που ανήκει ή προέρχεται από τη Φρυγία, σε Ευρ.
2. Φρύγιοι νόμοι, μέλη, Φρυγική μουσική, δηλ. μουσική που παίζεται με αυλό, αγριότερη από τη μουσική με λύρα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

Φρύγιος: и 2 (ῠ) фригийский (αἶα Aesch.; μέλη Eur.; ἁρμονία Luc.): Φρύγια δείματα Eur. страшные символы фригийского культа.

Middle Liddell

Φρύ˘γιος, η, ον Φρύξ
1. Phrygian, of, from Phrygia, Eur.
2. Φρ. νόμοι, μέλη Phrygian music, i. e. music played on the flute, wilder than the music for the lyre, Eur. Hence

English (Woodhouse)

Phrygian

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)