ἰσοθάνατος: Difference between revisions

From LSJ

καὶ οὐκ ἔστιν πᾶν πρόσφατον ὑπὸ τὸν ἥλιον → and there's nothing new under the sun (Eccl. 1:9 LXX)

Source
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "Πολυδ." to "Πολυδ.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἰσοθάνατος''': -ον, [[ἴσος]] πρὸς θάνατον, «τὸ δὲ ἰσοθάνατον Σοφοκλέους εἰπόντος ἐν Κρεούσῃ οὐ [[πάνυ]] ἀνεκτόν» [[Πολυδ]]. Ζ΄, 174 (Σοφ. Ἀποσπ. 329).
|lstext='''ἰσοθάνατος''': -ον, [[ἴσος]] πρὸς θάνατον, «τὸ δὲ ἰσοθάνατον Σοφοκλέους εἰπόντος ἐν Κρεούσῃ οὐ [[πάνυ]] ἀνεκτόν» Πολυδ. Ζ΄, 174 (Σοφ. Ἀποσπ. 329).
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 21:25, 7 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσοθάνᾰτος Medium diacritics: ἰσοθάνατος Low diacritics: ισοθάνατος Capitals: ΙΣΟΘΑΝΑΤΟΣ
Transliteration A: isothánatos Transliteration B: isothanatos Transliteration C: isothanatos Beta Code: i)soqa/natos

English (LSJ)

[θᾰ], ον,

   A like death, S.Fr.359; ἀρρωστία PHaw.65.19; κίνδυνος Vett.Val.293.4; censured by Poll.6.174.

German (Pape)

[Seite 1264] Soph. frg. 329, von Poll. 6, 174 ohne Erkl. angeführt.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσοθάνατος: -ον, ἴσος πρὸς θάνατον, «τὸ δὲ ἰσοθάνατον Σοφοκλέους εἰπόντος ἐν Κρεούσῃ οὐ πάνυ ἀνεκτόν» Πολυδ. Ζ΄, 174 (Σοφ. Ἀποσπ. 329).

Greek Monolingual

ἰσοθάνατος, -ον (Α)
ίσος με τον θάνατο, όμοιος με θάνατο (α. ἰσοθάνατος κίνδυνος» β. «ἰσοθάνατος ἀρρωστὶα»).

Russian (Dvoretsky)

ἰσοθάνατος: подобный смерти Soph.